Η Οδηγία που με το σημερινό νομοσχέδιο εισάγεται στο εθνικό μας δίκαιο έχει διπλό σκοπό:
Από τη μία, να διασφαλιστεί ότι τα κράτη – μέλη προσεγγίζουν κοινό τρόπο, τις ρυθμιστικές απαιτήσεις προϊόντων και υπηρεσιών ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από άτομα με αναπηρία.
Από την άλλη, να ενισχυθεί η δυνατότητα αυτών των ανθρώπων να αυτοεξυπηρετούνται στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό και να αποφασίζουν οι ίδιοι για επιλογές στην καθημερινότητά τους.
Είναι, δηλαδή, η ενσωμάτωση μιας Οδηγίας μια αυτονόητη, στοιχειώδης και αναγκαία πράξη.
Που προκύπτει από τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας μας για την εφαρμογή της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, όπως αυτή ενσωματώθηκε στην εθνική μας νομοθεσία με τον νόμο 4074 του 2012 και εφαρμόζεται ειδικότερα με τον νόμο 4488 του 2017.
Είναι επίσης η ενσωμάτωση της Οδηγίας μέρος του σχετικού Εθνικού Σχεδίου Δράσης που υλοποιεί η Κυβέρνηση από τον περασμένο χρόνο, με χρονικό ορίζοντα μέχρι και το 2029.
Αν θέλει κανείς, αγαπητοί συνάδελφοι, να συνοψίσει την ουσία των ρυθμίσεων που φέρνει η συγκεκριμένη Οδηγία θα έλεγε ότι αυτή είναι να κάνει προσιτές στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, συγκεκριμένα συστήματα και εξοπλισμό καθώς και συγκεκριμένες υπηρεσίες στα άτομα με αναπηρία.
Προβλέποντας γι’ αυτό προδιαγραφές καθώς και υποχρεώσεις για τους σημαντικούς κρίκους της αγοράς – κατασκευαστές, εισαγωγείς, παρόχους και διανομείς.
Ο συνάδελφος εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας, ο Λάκης Βασιλειάδης, παρουσίασε νωρίτερα και αναλυτικά το περιεχόμενο του νομοσχεδίου.
Από τη μεριά μου θα ήθελα να σταθώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σε κάποια ζητήματα που αναφέρθηκαν κατά τη συζήτηση στην αρμόδια Επιτροπή.
Ένα ζήτημα είναι η εξαίρεση των απαιτήσεων του νομοσχεδίου όταν αλλοιώνεται σημαντικά ο χαρακτήρας ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας και, παράλληλα, όταν αυτοί που καλούνται να την εφαρμόσουν μπορούν να αποδείξουν ότι, για να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας, επιβαρύνονται με δυσανάλογα κόστη.
Ένα άλλο ζήτημα είναι, ότι η υποχρέωση απόδειξης του δυσανάλογου κόστους δεν αφορά τις πολύ μικρές επιχειρήσεις στον τομέα των προϊόντων, παρά μόνο αν το ζητήσει η αρμόδια κάθε φορά εθνική εποπτική Αρχή.
Για τις προβλέψεις αυτές εκφράστηκε ένας προβληματισμός σχετικά με το κατά πόσο οι απαιτήσεις προσβασιμότητας τελικά θα εφαρμοστούν από το μεγαλύτερο δυνατό κομμάτι των επιχειρήσεων με τις οποίες κάνουμε συναλλαγές.
Πρώτα απ’ όλα να θυμίσουμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι ότι πρόκειται για ουσιώδεις προβλέψεις της Οδηγίας και η υιοθέτησή τους οφείλει να γίνεται χωρίς παρεκκλίσεις.
Δεύτερον, η εξαίρεση των πολύ μικρών επιχειρήσεων είναι δικαιολογημένη αφού σπανίως αυτές κατασκευάζουν προϊόντα που περιλαμβάνονται στην Οδηγία.
Να πούμε επίσης ότι υπάρχει ήδη κοινοτική νομοθεσία για την προσβασιμότητα διαφόρων υπηρεσιών από τα άτομα με αναπηρία, όπως είναι οι θαλάσσιες μεταφορές και οι αερομεταφορές.
Αλλά και ότι οι διάφορες υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ο κατασκευαστής, ο εισαγωγέας και ο πάροχος τους προστατεύουν σωρευτικά και συνολικά τον ίδιο τον καταναλωτή.
Σε κάθε περίπτωση, διασφαλίζεται ότι οι επιχειρήσεις δεν θα φορτώσουν το κόστος από τη συμμόρφωσή τους στην τελική τιμή του προϊόντος ή της υπηρεσίας ώστε αυτό στο τέλος της ημέρας να επιβαρύνει τους καταναλωτές.
Έχουμε, λοιπόν, ένα νομοσχέδιο με νέες προβλέψεις, που η εφαρμογή τους υπόσχεται να βοηθήσει την ισότιμη πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία σε αγαθά και υπηρεσίες, που σε αρκετές περιπτώσεις είναι απαραίτητα για την καθημερινή τους διαβίωση.
Ένα νομοθέτημα που είναι μέρος του εθνικού σχεδίου για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, και συγκεκριμένα του Τρίτου Πυλώνα που αφορά στην Προσβασιμότητα:
Προσβασιμότητα στο Φυσικό και Δομημένο Περιβάλλον,
προσβασιμότητα στις μεταφορές,
ψηφιακή προσβασιμότητα,
προσβασιμότητα σε αγαθά και υπηρεσίες,
προσβασιμότητα στην πληροφόρηση και την ενημέρωση.
Με το Εθνικό αυτό Σχέδιο, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δείχνει τη δέσμευσή της στη συνταγματική επιταγή για πολιτικές που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας μας.
Ελπίζουμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι σήμερα, με αυτό το νομοσχέδιο, κάνουμε ένα βήμα, από τα πολλά που μένει ακόμα να γίνουν…